Reuters Institute Digital News Report 2022

το παρόν αποτελεί μετάφραση του https://reutersinstitute.politics.ox.ac.uk/digital-news-report/2022/greece

Από τον Α. Καλογερόπουλο

Το τοπίο της ενημέρωσης στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από αποσπασματική διαδικτυακή ενημέρωση, έλλειψη εμπιστοσύνης στις ειδήσεις και συχνή χρήση των social media για ενημέρωση, ενώ κυριαρχεί η πεποίθηση ότι τα μέσα είναι δέσμια αθέμιτων επιρροών.

Οι αντιλήψεις περί μεροληψίας των μέσων ενημέρωσης αποτέλεσαν κεντρικό θέμα του πολιτικού διαλόγου τον περασμένο χρόνο στην Ελλάδα. Η διαμάχη γύρω από την κρατική δαπάνη για την καμπάνια κατά της COVID «Μένουμε Σπίτι» το 2020, στα πλαίσια της οποίας η κυβέρνηση χρηματοδότησε συγκεκριμένους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, εντάθηκε με τη διενέργεια κοινοβουλευτικής έρευνας γύρω από τη διαδικασία, ενώ δημοσιογράφοι και οργανώσεις παρακολούθησης, όπως το Vouliwatch, ζητούσαν από την κυβέρνηση να δημοσιοποιήσει τα κριτήρια πίσω από την επιλογή των δικαιούχων. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στην κρατική στήριξη ειδησεογραφικών οργανισμών που επιλέγονται με ασαφή κριτήρια και ακριβώς πάνω σε αυτή τη βάση διεξάγεται η συγκεκριμένη συζήτηση. Παράλληλα, ο πρώην υπουργός που φέρεται να επιχείρησε να παρέμβει στον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών, Νίκος Παππάς, παραπέμπεται σε ειδικό δικαστήριο. Σε αυτό το περιβάλλον, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό πολιτών που πιστεύουν ότι ο Τύπος είναι απαλλαγμένος από αθέμιτες πολιτικές (7%) ή επιχειρηματικές (8%) επιρροές ανάμεσα σε 46 χώρες.

Την ίδια στιγμή, η ενημέρωση μέσω διαδικτυακής ειδησεογραφίας φαίνεται πως γίνεται αποσπασματικά και αποδιοργανωμένα: η προσοχή του κοινού είναι μοιρασμένη μεταξύ πολλαπλών πηγών, ενώ η πληροφόρηση μέσω παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης έχει διαταραχθεί από αμιγώς διαδικτυακούς “παίκτες” όπως το Newsbomb και το News247. Πολλά ειδησεογραφικά brands που δημιουργήθηκαν εξ αρχής σε ψηφιακή μορφή είναι ιστότοποι που ανήκουν σε δημοσιογράφους που έγιναν γνωστοί όσο εργάζονταν σε παραδοσιακούς ειδησεογραφικούς οργανισμούς. Η πλειονότητα των ειδησεογραφικών brands στην Ελλάδα εξακολουθεί να δίνει προτεραιότητα στις προβολές σελίδων έναντι της δημιουργίας αφοσιωμένου κοινού, γεγονός που εξηγεί εν μέρει την απουσία κουλτούρας πληρωμής για διαδικτυακές ειδήσεις στην Ελλάδα. Πέρα από αυτά τα προβλήματα για τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, το ποσοστό εκείνων που ενδιαφέρονται πολύ ή πάρα πολύ για τις ειδήσεις στην Ελλάδα μειώθηκε κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες (pp) στη διάρκεια του περασμένου έτους, όπως συνέβη και στις περισσότερες χώρες, κυρίως λόγω της κούρασης του κόσμου από τις ειδήσεις για την COVID-19.

Οι εκδότες, απ’ την άλλη, φαίνεται πως επενδύουν σε podcasts. Παρόλο που, πέρυσι, είδαμε κυρίως αμιγώς ψηφιακούς και τεχνολογικά ενημερωμένους ειδησεογραφικούς οργανισμούς να πειραματίζονται με podcasts, φέτος εισήλθαν στην αγορά οργανισμοί όπως η Καθημερινή, φιλοξενώντας συζητήσεις θεμάτων της επικαρότητας. Τα διαγράμματα των πιο επιτυχημένων ειδησεογραφικών podcasts δείχνουν ότι οι ακροατές προτιμούν τις συζητήσεις με άποψη και την ανάλυση της επικαιρότητας σε φορμάτ ντοκιμαντέρ.

Παράλληλα, η κατανάλωση ειδήσεων μέσω social media είναι πολύ υψηλή στην Ελλάδα. Περίπου επτά στους δέκα (71%) διαδικτυακούς χρήστες ενημερώνονται με αυτόν τον τρόπο εβδομαδιαία, γεγονός που εξηγεί εν μέρει τον κατακερματισμό της αγοράς διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης. Οι εκδότες διαθέτουν σημαντικό χρόνο και πόρους στις στρατηγικές διανομής σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καθώς οι πλατφόρμες αυτές αυξάνουν την επισκεψιμότητα στους ειδησεογραφικούς ιστότοπους. Παρά το πλήθος των πλατφόρμων κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούνται πλέον για ειδήσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων όπως το TikTok και το Instagram, το Facebook εξακολουθεί να κυριαρχεί, με το 53% του διαδικτυακού πληθυσμού να το χρησιμοποιεί για ενημέρωση.

Κατά τη διάρκεια του προγράμματος εμβολιασμού κατά της COVID-19, η συζήτηση γύρω από τον ρόλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην κοινωνία κλιμακώθηκε, κυρίως λόγω της έντονης παρουσίας αντιεμβολιαστών που διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις στο Facebook. Μετά τον χαρακτηρισμό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως “απειλή για τη δημοκρατία” από τον πρωθυπουργό την περσινή χρονιά, το Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο που καθιστά ποινικό αδίκημα “τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, ικανών να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία”. Ο νόμος προβλέπει ότι η παραπληροφόρηση τιμωρείται με πρόστιμο και φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Το πρώτο άτομο που συνελήφθη βάσει του νέου νόμου ήταν ένας αντιεμβολιαστής με μεγάλη απήχηση που διέδιδε ψευδείς ειδήσεις σχετικά με την COVID-19 και τα εμβόλια στο Facebook. Η δίκη του εκκρεμεί.

Η δημοτικότητα των τηλεοπτικών ειδησεογραφικών μέσων εξακολουθεί να είναι μεγάλη στην Ελλάδα, ιδίως μεταξύ των μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων. Η επαναλειτουργία του MEGA TV εκτίναξε το κανάλι στην πρώτη θέση της λίστας offline ειδησεογραφικών πηγών, με το 39% του δείγματος να δηλώνει ότι το χρησιμοποιεί για ενημέρωση τουλάχιστον σε εβδομαδιαία βάση. Το MEGA TV αγοράστηκε και επαναλανσαρίστηκε από τον Ευάγγελο Μαρινάκη, ο οποίος έχει αποκτήσει πολλά από τα παλαιότερα κανάλια τα τελευταία χρόνια. Οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί, από την άλλη, φαίνονται σχετικά αποδυναμωμένοι στην ψηφιακή αγορά, ιδίως σε σύγκριση με τις ιστοσελίδες εφημερίδων ή τους αμιγώς ψηφιακούς ιστότοπους. Το 2021, ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας (ΕΡΤ) εγκαινίασε τη δική του ειδησεογραφική ιστοσελίδα με την ονομασία ertnews.gr. Το Open News αναδείχθηκε επίσης σε δημοφιλή πηγή ενημέρωσης, εν μέρει λόγω της αδιάλειπτης ειδησεογραφικής κάλυψής που παρείχε στη διάρκεια μεγάλων έκτακτων γεγονότων, όπως οι πυρκαγιές του Αυγούστου του 2021, αλλά και λόγω των δεσμών του ιδιοκτήτη του σταθμού – του Ελληνορώσου ολιγάρχη Ιβάν Σαββίδη – με το Κρεμλίνο.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έβαλε τέλος στην επίσημη συνεργασία μεταξύ του δημόσιου Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων και του ρωσικού κρατικού πρακτορείου Rossiya Segodnya. Η συνεργασία, η οποία υπεγράφη το 2015 επί της προηγούμενης ελληνικής κυβέρνησης, τροφοδοτούσε τα ελληνικά ειδησεογραφικά μέσα με μεταφρασμένα άρθρα γνώμης από το Rossiya Segodnya.

Μεταβαλλόμενο το τοπίο των μέσων ενημέρωσης

Η χρήση των smartphone για ενημέρωση έχει ξεπεράσει αυτή των υπολογιστών τα τελευταία χρόνια, ενώ η τηλεόραση ως πηγή ενημέρωσης μειώθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες το τελευταίο έτος (πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία), εν μέρει λόγω της κούρασης του κόσμου από τις ειδήσεις σχετικά με την πανδημία. Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εξακολουθεί να είναι αυξημένη.

Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πίσω από τις περισσότερες χώρες όσον αφορά την εμπιστοσύνη στις ειδήσεις, ενώ η χώρα σημείωσε περαιτέρω μείωση (-5pp) φέτος. Η εμπιστοσύνη σε πολλά ειδησεογραφικά brands μειώθηκε επίσης, ξεπερνώντας τις 10 ποσοστιαίες μονάδες. Ως πιο αξιόπιστα brand ενημέρωσης αναδείχθηκαν διάφορα τοπικά ή περιφερειακά μέσα, γεγονός που υπογραμμίζει τον ρόλο του κομματισμού στην έλλειψη εμπιστοσύνης στις ειδήσεις.