Tης Aggie Ebrahimi Bazaz
Στις δημοκρατικές θεωρίες, γράφει η δρ Elizabeth Cohen (2009), η απόκτηση ιθαγένειας συνήθως θεωρείται ως ένα γραμμικό, πεπερασμένο ταξίδι μετάβασης από μια περιορισμένη πολιτική ιδιότητα (καθεστώς «μη ιθαγένειας») σε μία άλλη (καθεστώς «ιθαγένειας»).
Αυτό θυμίζει αρκετά το «οικείο αφηγηματικό τόξο» του storytelling που περιγράφει η Simran Hans: «τρεις διακριτές [και σαφώς οριοθετημένες] συνιστώσες: έκθεση γεγονότων, σύγκρουση και επίλυση» μέσω των οποίων ένας κινηματογραφικός ήρωας κινείται, γραμμικά, προς μία συγκεκριμένη λύση.
Το μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ μου, Cómo Vivimos, επιδιώκει να διαταράξει αυτά τα κατασκευάσματα γραμμικότητας σε μια προσπάθεια αναθεώρησης της έννοιας της ιθαγένειας. Αρχικά, το Cómo Vivimos στοχεύει στην απεικόνιση της ιθαγένειας όχι ως μια δυαδική διαδικασία, αλλά ως μια αμφισβητήσιμη, μη οριοθετημένη κλιμακωτή διαδικασία. Αυτό επιχειρούμε να το πετύχουμε εστιάζοντας στην κοινότητα και όχι στον χαρακτήρα, με τρόπο κυκλικό και όχι γραμμικό. Θέλουμε να δείξουμε ότι οι δομές καταπίεσης αποτελούν αντικείμενο συνεπούς και συλλογικής διαπραγμάτευσης και δεν επιλύονται μονομιάς από έναν παράγοντα.
Ακολουθεί το πρώτο έντυπο edit της ταινίας. «Αυτός είναι ο εγκέφαλός μας», λέει η Alexis McCrimmon καθώς σχεδιάζει κύκλους και κόμβους, οπτικοποιώντας τις σκέψεις μας γύρω από τα θέματα και το αναλυτικό πλαίσιο της ταινίας. Η Alexis είναι σταθερά η διανοητική μου σύντροφος στο κομμάτι του editorial, μετά το residency μου στο Wexner Center Film / Video Studio, όπου συνεργαζόμαστε για 2-4 εβδομάδες το χρόνο τα τελευταία τρία χρόνια προκειμένου να δώσουμε μια αντιπροσωπευτική μορφή σε σχεδόν 300 ώρες υλικού που καταγράφηκε σε 4 χρόνια.
Στο επίκεντρο, στον πυρήνα («Aii»), βρίσκεται το κέντρο στέγασης οικογενειών μεταναστών Artesi II (Artesi II Migrant Family Housing Center), όπου διαδραματίζεται η ταινία. Το Artesi II βρίσκεται στην εύφορη αγροτική κοιλάδα San Joaquin της Καλιφόρνιας και παρέχει προς ενοικίαση επιδοτούμενα διαμερίσματα 2, 3 και 4 υπνοδωματίων σε 100 οικογένειες Μεξικανο-αμερικανών που εργάζονται σε αγροκτήματα. Λόγω των πολιτειακών κανονισμών, οι διαμένουσες οικογένειες είναι υποχρεωμένες να εκκενώνουν τα διαμερίσματά τους κάθε χρόνο και να ζουν εκτός των κέντρων για τουλάχιστον τρεις μήνες, ώστε να κριθούν επιλέξιμες για διαμονή την επόμενη άνοιξη. Οι περισσότερες οικογένειες επιστρέφουν στο Μεξικό για αυτό το διάστημα και επαναλαμβάνουν αυτόν τον κύκλο για χρόνια, αν όχι επί γενιές ολόκληρες.
130 από τους 148 νέους στο Artesi είναι γεννημένοι πολίτες των ΗΠΑ, αλλά εγκαταλείπουν κάθε χρόνο το σχολείο για τουλάχιστον τρεις μήνες, όπως ορίζουν οι κανονισμοί. Στερούνται έτσι το δικαίωμα σε πλήρη εκπαίδευση και τη δυνατότητα κοινωνικής κινητικότητας, όλα όσα θα εξασφάλιζε δηλαδή θεωρητικά η ιθαγένεια.
Διχοτομώντας την εικόνα του Artesi II προκύπτουν γραμμές που αντιπροσωπεύουν ένα σύμπλεγμα «συστημάτων και δομών που ενισχύουν την ανισότητα» (Sonya Childress, «Beyond Empathy»). Αυτά τα συστήματα περιλαμβάνουν: την εκπαίδευση, το σημείο τομής των μεταναστευτικών πολιτικών και της γεωργικής εργασίας, την κρατική γραφειοκρατική εξουσία και τα ποινικά συστήματα (το πίσω προαύλιο του Artesi βλέπει στις φυλακές της κομητείας. Μέχρι το 2014, ο σερίφης ενημέρωνε τις μεταναστευτικές αρχές όταν κάποιος κρατούμενος μπορούσε να μεταφερθεί για απέλαση). Αυτά, σε συνδυασμό με τα συστήματα συγγένειας και αλληλοβοήθειας, δημιουργούν μία «μεμβράνη», ένα οικοσύστημα, μέσα στο οποίο λειτουργεί το Artesi II.
Βλέπω τους ανώνυμους κόμβους ως ένα σύστημα αναπαράστασης του οποίου είμαι και εγώ η ίδια παράγοντας ως ντοκιμαντερίστρια. Μεταξύ άλλων, η ταινία επιδιώκει να αποφύγει την αναπαραγωγή του κρατικού μηχανισμού παραγωγής υποκειμένων.
Η μεμβράνη αυτή συνιστά ένα σχεσιακό μοντέλο. Σύμφωνα με αυτό, η ατομική εμπειρία δεν είναι αποσυνδεδεμένη από τον ευρύτερο ιστό παραγόντων και δικτύων που έρχονται σε επαφή με την εμπειρία αυτή. Με αυτόν τον τρόπο αποτελεί ταυτόχρονα ένα φεμινιστικό μοντέλο, όπου το προσωπικό είναι και πολιτικό.
Η ταινία βρίσκεται στη διαδικασία του μοντάζ εδώ και αρκετά χρόνια, καθώς προσπαθούμε να αναπτύξουμε μια οπτική και δομική γλώσσα ενσωμάτωσης που να μπορεί να απεικονίσει τις μηχανορραφίες του κράτους, ενώ παράλληλα επικεντρώνεται στα μέλη της κοινότητας και στις καθημερινές, συχνά ποιητικές πράξεις αντίστασης.
Σε μια ταινία όπως αυτή, που δεν επιδιώκει να ακολουθήσει τις τυπικές, γραμμικές τροχιές, η υποστήριξη από συνεργάτες με κοινό τρόπο σκέψης που αναγνωρίζουν την αξία αυτής της μεθόδου είναι απαραίτητη. Είμαι απίστευτα ευγνώμων που έχω συνεργάτες όπως το Wexner Center και το iMEdD, οι οποίοι αντιλαμβάνονται την αξία αυτού του έργου και της προσέγγισης του οικοσυστήματος και μας παρέχουν στήριξη ώστε να αξιοποιηθούν πλήρως οι εκφραστικές δυνατότητες της ταινίας.
Το “Como Vivimos” συμμετέχει στον τρίτο κύκλο του προγράμματος incubator του iMEdD.